Κρατικές προμήθειες: Οι αμαρτωλές απευθείας αναθέσεις και οι εκτροπές τους
-Σε μια περίοδο όπου η κατασπατάληση των πόρων των κρατικού προϋπολογισμού έπρεπε να είναι στο ναδίρ, διαπιστώνεται ότι μια σειρά από δαπάνες υπουργείων ή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης την ανεβάζουν στο ζενίθ. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος είναι ο Δήμος των Αθηναίων. Βέβαια, κάποια υπουργεία φαίνεται ότι τον ανταγωνίζονται με διαφόρους τρόπους και ένας από αυτούς είναι οι απευθείας αναθέσεις προμήθειων.
Απευθείας αναθέσεις δισεκατομμυρίων προμηθειών, που σύμφωνα με παλαιότερη μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (της 3-2-2004) είναι ακριβότερες κατά 20% από ό,τι θα ήταν, αν υπήρχε κάποια μορφή ανταγωνισμού, καλά κρατούν στη χώρα μας.
.
-Η υπόθεση της Σοφίας Νικολάου, Γενικής Γραμματέως της Αντεγκληματικής πολιτικής άνοιξε τον Ασκό του Αιόλου στο χώρο των κρατικών προμηθειών και ειδικότερα σε αυτές τις λεγόμενες απευθείας αναθέσεις. Κατά πόσο υπάρχει ζημία ή όχι από αυτήν την μορφή των διαδικασιών το εξετάζει πλέον η Δικαιοσύνη. Η κα Νικολάου αρνείται την ύπαρξη ζημίας αν και σχετική με το θέμα έκθεση του ΣΔΟΕ την ανεβάζει στα 2 εκ. ευρώ.
Να υπενθυμίσουμε η διαφθορά στη χώρα καλά ανθεί. To 2012 είχαμε σπάσει κάθε ρεκόρ καταλαμβάνοντας την 94η θέση σε σύνολο 180 χωρών. Για δέκα χρόνια από τότε παλεύουμε ανάμεσα στην 51η και 67η θέση κατά τη Διεθνή Διαφάνεια.
Επίσης, η θέση μας στην κλίμακα της διαφθοράς, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Διεθνούς Διαφάνειας, στοιχίζει σε όρους απώλειας Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος (ΑΕΠ) περίπου στα 14 δις ευρώ ετησίως, ποσό που χάνεται στο βάραθρο μιας απερίγραπτης γραφειοκρατίας.
Αν σκεφθούμε ότι το ύψος της αποπληρωμής των δανείων (τόκοι συν το κεφάλαιο) που έχουμε λάβει ανέρχεται από τα 10-13,6 δις ευρώ ετησίως για τα επόμενα χρόνια, τότε με τα ανωτέρω 14 δις ευρώ θα υπερκαλύπταμε τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις μας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση από το 1993 και μετά βελτιώνει την εποπτεία των εμπλεκομένων σε αυτές, απλουστεύοντας παράλληλα τις διαδικασίες ανάθεσης των συμβάσεων του Δημοσίου. Ο δρόμος στην Ελλάδα όμως της εφαρμογής καινοτόμων λύσεων που προτείνουν οι κοινοτικές Οδηγίες (Βλ. Οδηγία 2014/24) είναι ακόμη μακρύς. Οπότε ακολουθείται εν πολλοίς μια απαρχαιωμένη πεπατημένη.
– Βασικός κανόνας των σύγχρονων μεθόδων των προμηθειών του Δημοσίου είναι η έρευνα της αγοράς και η διαπραγμάτευση. Σε μια απευθείας ανάθεση όταν εκλείπουν οι παραπάνω όροι, τότε ό,τι θα αγοραστεί ενδέχεται να είναι ακατάλληλο. Οι αναθέτουσες αρχές όμως οφείλουν να λαμβάνουν «…τα αναγκαία μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η… χρηστή δημοσιονομική διαχείριση των διατιθέμενων προς το σκοπό αυτό πόρων», κατά το Άρθρο 18 του Νόμου 4412/16.
Όταν οι τιμές των κρατικών προμηθειών ξεφεύγουν από τις τιμές της αγοράς τότε τα παραπάνω παραβιάζονται. Η πιο απλή μορφή αγοράς προμηθειών λόγω επειγουσών αναγκών του Δημοσίου δίνεται από τις σχετικές Οδηγίες της ΕΕ και μάλιστα από αυτές της δεκαετίας του 1993. Η «Διαδικασία των διαπραγματεύσεων» δηλαδή το παζάρι –ό,τι λοιπόν συνηθίζεται στις ιδιωτικές αγορές– είναι η πιο πρόσφορη μέθοδος σε σχέση με τις αμαρτωλές απευθείας αναθέσεις όπου σε πολλές περιπτώσεις εταιρίες κολλητών φίλων και συγγενών, που συστήνονται ενίοτε μια ημέρα πριν τον διαγωνισμό, είναι ένα σοβαρό ενδεχόμενο.
-Ο ανταγωνισμός καθαρίζει την αγορά των προμηθειών του Δημοσίου από πολλές αδυναμίες που αναφέρονται είτε στις ακριβές τιμές, είτε στη χαμηλή ποιότητα του προϊόντος είτε στην ακαταλληλότητά του. Όταν απουσιάζει ο ανταγωνισμός και η έρευνα της αγοράς είναι ανεπαρκής, ο κίνδυνος να αγοραστούν προϊόντα με χαρακτηριστικά που δεν είναι συμβατά με τις ανάγκες που καλούνται να καλύψουν είναι ιδιαίτερα υψηλός. Από την άλλη τα ερωτηματικά που αφήνουν οι ακριβές τιμές καλύπτονται συχνά από άλλα ερωτηματικά που αφορούν το πέπλο του ενδεχόμενου παράνομου πλουτισμού ατόμων που στην ουσία αποφασίζουν κατά το δοκούν για τον τυχερό προμηθευτή.
Ουδείς αμφισβητεί ότι οι απευθείας αναθέσεις είναι μη σύννομες. Είναι σύννομες εφόσον ο προϋπολογισμός τους είναι στα όρια που ορίζει η νομοθεσία. Η νομιμότητα όμως δεν έχει την παραμικρή σχέση με την εξοικονόμηση πόρων ή άλλως την κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος, όταν οι αγορές του κράτους κινούνται εκτός ανταγωνιστικών διαδικασιών. Η μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του 2003 αν και αναφέρεται σε παλιότερη περίοδο, εξακολουθεί να είναι έγκυρη στις περιπτώσεις όπου οι κρατικές προμηθείς αγνοούν την δυναμική που εισάγει ο ανταγωνισμός.