Συνεντεύξεις

Το στοίχημα της επόμενης μέρας είναι η ανάπτυξη

3.42Kviews

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΜΑΡΔΑ, ΒΟΥΛΕΥΤΗ ΣΥΡΙΖΑ Β’ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ newtimes ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ ΕΛΕΝΗ ΚΟΥΝΤΟΥΡΙΩΤΗ

17/5/2017

 

Στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας πρέπει να επικεντρωθούν όλες οι προσπάθειες και όλων από δω και πέρα , όπως επισημαίνει μιλώντας στους NewTimes ο κ. Δημήτρης Μάρδας, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών και καθηγητής Οικονομικών στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Βασικές προϋποθέσεις για την ανάπτυξη, είναι η εξάλειψη των γραφειοκρατικών αγκυλώσεων, οι υψηλές ταχύτητες με σκοπό την αδειοδότηση των επενδύσεων, όπως και μια ευέλικτηδιαδικασία προσέλκυσηςξένων επενδύσεων. Ο κ. Μάρδας στέκεται ιδιαίτερα και στο θέμα της αντιμετώπισης του μεγάλου προβλήματος της φοροδιαφυγής, τονίζοντας, ότι μέρος αυτής έχει αρχίσει να ελέγχεται, ενώ παραδέχεται ότι  πρέπει το ταχύτερο δυνατόν να αντιμετωπισθεί το θέμα της υπερφορολόγησης.

 

  • Κύριε Μάρδα, συχνά από την αξιωματική αντιπολίτευση και όχι μόνον σχολιάζεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ενώ υποσχέθηκε κοινωνικό πακέτο 12 δισ  αντ’ αυτού  έχει πάρει μέτρα ύψους 12,5 δις ευρώ. Επίσης, ο κ Γκίκας Χαρδούβελης σε πρόσφατη συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ ανέφερε ότι το mail με το όνομά του περιελάμβανε μέτρα ύψους 1 δισ. ευρώ που το πολύνα έφθαναν τα 1,5 δισ., ενώ εσείς πήρατε μέτρα κατά πολύ μεγαλύτερου ύψους.  Ποιος ο δικός σας σχολιασμός ;

 

Ας αναφερθούμε λίγο στο παρελθόν για να  το κλείνουμε αυτό το θέμα. Μπορεί το mailΧαρδούβελη να  αναφερόταν σε μέτρα 1,5 δισ. Ευρώ –αν και δεν ήταν αυτό το τελικό κείμενο της τότε νέας συμφωνίας με την προηγούμενη κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ– αλλά ας υποθέσουμε ότι ήταν.Το θέμα όμως είναι ότι τα παραπάνω δεν έχουντην παραμικρή σχέση με τα πραγματικά αποτελέσματα της οικονομίας το 2014. Και τούτο διότι τα εκτιμώμενα  αποτελέσματα είχαν βασιστεί σε προβλέψεις και ειδικότερα σ’ ένα πρωτογενές πλεόνασμα το οποίο θα αντιπροσώπευετο 1,5% του ΑΕΠ. Toαποτέλεσμα όμωςτου εν λόγω πελονάσματοςεκτροχιάστηκε με συνέπεια να φθάσει στο 1/5 του ΑΕΠ. Ως εκ τούτουτο συγκεκριμένο mailδεν είχε καμία σχέση με τις πραγματικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας. Ήταν συνάρτηση των προβλέψεων, που δεν επαληθεύθηκαν όμως. Αυτό για το παρελθόν.

Σ’ ότι αφορά τις θέσεις μας στη Θεσσαλονίκη, αυτές αποτελούσαν στόχους πολιτικής, τους οποίους άλλος μπορεί να τους θεωρήσει υπερβολικούς και άλλος εξωπραγματικούς ή όπως αλλιώς θέλει. Από κει και πέρα,όμως, καθώς μπήκαμε στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης  έπρεπε να λάβουμε υπόψη μας και τους περιορισμούς που  είχαμε να αντιμετωπίσουμε. Ξέρετε, μια διαπραγμάτευση εξελίσσεται με βάση του στόχους, αλλά και με βάση τους υφιστάμενους περιορισμούς. Κατά συνέπεια, μέσω των περιορισμών που αντιμετωπίσαμε αναγκαστήκαμε να παρεκκλίνουμε των στόχων που είχαμε θέσει, έτσι ώστε να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα. Η απόκλιση αυτή, άλλωστε, επί της ουσίας προκάλεσε και τις εκλογές του 2015. Οι στόχοι βέβαια οι οποίοι έχουν διατυπωθεί ως στόχοι υφίστανται. Από κει και πέρα επιδιώκουμε με την καταλληλότερη δυνατή μέθοδο να προσεγγίσουμε όσο μπορούμε και όσο μας επιτρέπουν οι περιστάσεις, μέρος των στόχων ή το σύνολο των στόχων που είχαμε θέσει παλαιότερα.

  • Συχνά σας κατηγορούν επίσης ότι έχετε«καρφωθεί» στις καρέκλες σας , ότι είσαστε αδίστακτοι και ότι δεν φεύγετε γιατί έχετε γοητευθεί από τη καρέκλα της Βουλής και της εξουσίας. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτούς τους ισχυρισμούς;

 

Αυτό δεν ισχύει για τους δύο απλούστατους λόγους. Πρώτον, αν θέλαμε να παραμείνουμε στις καρέκλες μας δεν θα κάναμε εκλογές το 2015 ρισκάροντας την απώλεια των εδράνων της Βουλής. Επίσης, αν θέλετε μας δόθηκεκαι άλλοθι  για να μην προχωρήσουμε σε εκλογές. Αυτό ήταν η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για συγκυβέρνηση όλοιμαζί ή μόνο οι προοδευτικές δυνάμεις. Πρόταση, την οποία μπορούσαμε να εκμεταλλευθούμε έτσι ώστε να αποφύγουμε τις εκλογές παραμένοντας έτσι στα έδρανά μας. Ουδείς προεξοφλούσε ότι με τις εκλογές θα ήμασταν εμείς κυβέρνηση. Αρα, η θέση που υποστηρίζει ότι ψηφίζουμε τα πάντα επειδή θέλουμε να παραμείνουμε στις καρέκλες μας καταρρίπτεται.

 

  • Επειδή το θέμα των εκλογών του 2015 και το γιατί αυτές έγιναν ανήκει στο παρελθόν, ας περάσουμε σε κάτι σημερινό και πολύ σημαντικό, το πώς θα υπάρξει ανάπτυξη. Οκόσμος των επιχειρήσεων – δια των εκπροσώπων των θεσμικών του φορέων – έχει ασκήσει έντονη κριτική στην φορολογική πολιτική της κυβέρνησης. Κι αυτό διότι η Ελλάδα  καταλαμβάνει την πρώτη θέση στις φορολογικές επιβαρύνσεις ανάμεσα στις χώρες του ΟΟΣΑ. Θεωρείτε ότι το πλαίσιο αυτό προσφέρει εχέγγυα για επανεκκίνηση της οικονομίας;

Σαφώς αυτό πρέπει να αλλάξει και είναι κάτι που μας απασχολεί πολύ και γι΄αυτό άλλωστε στα αντίμετρα έχουμε συμπεριλάβει μείωση φόρου επιχειρήσεων από 29% σε 26% . Από την άλλη πλευρά  και χωρίς να θέλω να δώσω κάποιο άλλοθι ή να δικαιολογήσω μια κατάσταση, η οποία  έτσι και αλλιώς είναι δύσκολη και πρέπει ν’ αλλάξει, η πολιτική που ακολουθήσαμε δεν επιβαρύνει όλες τις επιχειρήσεις με έναν τρόπο δυσμενέστερο σε σχέση με το παρελθόν. Για παράδειγμα  αν μιλήσουμε για τις ατομικές επιχειρήσεις έως 30.000 φορολογητέο εισόδημα η πολιτική μας είναι καλύτερη σε σχέση με το παρελθόν. Αλλά και για τις υπόλοιπες επιχειρήσεις (Ο.Ε, Ε.Ε, ΕΠΕ, ΑΕ) μεφορολογητέο εισόδημα από 50.000 και πάνω,η πολιτική μας δεν είναι δυσμενέστερη σε σχέση με το παρελθόν, αλλά ευνοϊκότερη.  Και στο παρελθόν είχαμε βαρείς φόρους και τώρα έχουμε βαρείς φόρους και αυτό πρέπει ν’ αλλάξει το ταχύτερο δυνατόν. Πριν το 2019 ενδεχομένως στο πλαίσιο κάποιας υπεραπόδοσης των πρωτογενών πλεονασμάτων του ’17 και ‘18, θα μπορούσαμε ίσως να συζητήσουμε μια τέτοια ευνοϊκή για επιχειρήσεις ρύθμιση.Όπως και να έχει πάντως πρέπει να δώσουμε έμφαση σ’ αυτό το θέμα έτσι ώστε να ελαφρύνουμε τους φορολογικούς συντελεστές κατά κύριο λόγο υπέρ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

  • Αυτό μακάρι να γίνει υπέρ των ΜμΕ γιατί προσπαθούν με νύχια και με δόντια να επιβιώσουν όσες έχουν γλυτώσει μέχρι τώρα. Όμως, εξίσου σημαντικό είναι να ελαφρύνουν τα φορολογικά βάρη και για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, οι οποίες είναι και αυτές που κατά βάση δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας

Κοιτάξτε, όλοι επιβαρύνονται, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο, ανάλογα και με το μέγεθός του ως επιχείρηση. Είναι μια δύσκολη κατάσταση που πρέπει επαναλαμβάνω ότι  πρέπει να αλλάξει. Ωστόσο, ξαναεπισημαίνω ότι δεν είναι σωστά όλα όσα ακούγονται, διότι όπως τονίσθηκε υπάρχουν και περιπτώσεις που σ’ αυτή τη φορολογική λαίλαπα η συμπεριφορά μας ήταν καλύτερη σε σχέση με το παρελθόν.

 

  • κύριε Μάρδα, η υποχρέωσή μας απέναντι στους δανειστές ήταν να δημιουργήσουμε ένα πρωτογενές πλεόνασμα περίπου 1 δισ. ευρώ. Η Ελλάδα ωστόσο κατόρθωσε να εμφανίζει ένα πολλαπλάσιο πρωτογενές πλεόνασμα. Η επιτυχία αυτή δεν προέρχεται από ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά από την υπερφορολόγηση σε συνδυασμό με την μη καταβολή των υποχρεώσεων του κράτους προς ιδιώτες. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό;

Ναι, πράγματι δεν οφείλεται στην ανάπτυξη της οικονομίας.Το πλεόνασμα είναι αποτέλεσμα καταρχάς των μέτρων που αναγκαστήκαμε να λάβουμε και λέω αναγκαστήκαμε διότι επέμεναν οι θεσμοί παρά το ότι εμείς τα θεωρούσαμε υπερβολικά. Ένα άλλο όμως ποσοστό  οφείλεται και στο γεγονός ότι συνελήφθη μέρος της φοροδιαφυγής. Είναι γεγονός ότι μέσω των μηχανισμών που έχουν εισαχθεί στην αγορά όπως είναι και το πλαστικό χρήμα  έχουμε συλλάβει μέρος του εισοδήματος το οποίο φοροαπέφευγε. Σε ότι αφορά τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου  προσέξτε τι γίνεται. Το ποσόνπερίπου  5,5 δισ. που αφορά τις οφειλές αυτές του δημοσίου δεν δημιουργήθηκε φέτος, είναι «λογαριασμός» που έρχεται από το παρελθόν, ενισχυόμενος από φετινές υποχρεώσεις.Εκείνο δηλαδή που πρέπει κάποιος να έχει κατά νου είναι ότι το ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου δεν είναι το αποτέλεσμα της χρονιάς, αλλάαποτελεί ποσό, που έχει μείνει από πέρυσι, πρόπερσι και ίσως και από παλαιότερα χρόνια.

 

  • Μιλάτε, επίσης, για πλεόνασμα 3,5% για τρία χρόνια, που αποτελεί και προϋπόθεση για την εφαρμογή των αντιμέτρων. Πόσο εφικτό είναι να επιτευχθεί ένα τέτοιο πλεόνασμα;

Είναι εφικτό,αλλά βέβαια πρέπει να συνδυαστεί μ’ έναν υψηλό ρυθμό ανάπτυξης και αυτό είναι το ζητούμενο από δω και πέρα. Δηλαδή, μπορώ να σας πω ότι τώρα «πιάσαμε τον πάτο του βαρελιού» και όχι παλαιότερα, όπως θεωρούσαν οι παλαιότερες κυβερνήσεις. Αυτό σημαίνει ότι από δω και πέρα για να προσεγγίσουμε το συγκεκριμένο ποσοστό, αλλά κυρίως για να μπορέσουμε κάποια στιγμή να επιστρέψουμε στα νοικοκυριά και τις εταιρίες, μέρος των βαρών που έχουν επωμιστεί,  η χώρα χρειάζεται ένανυψηλό ρυθμό ανάπτυξης.Για να γίνει αυτό χρειάζονται δύο πράγματα: Το πρώτο είναι να μπορέσουμε να ξεφύγουμε από έναν γραφειοκρατικό-εγώ το αποκαλώ σαθρό- καθεστώς νόμων, υπουργικών αποφάσεων, εγκυκλίων που βραχυκυκλώνουν τα πάντα και δεν μπορούμε να περπατήσουμε.Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να κάνουμε μια επανεκκίνηση. Το δεύτερο είναι ότι εμείς εντός του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να βελτιώσουμε περαιτέρω τις ταχύτητές μας και να παρακάμψουμε όλες τις διαδικασίες του παρελθόντος (π.χ. διαδικασία ααδειοδότησης), που μας βραχυκυκλώνουν. Σε δυο χρόνια και έχοντας υπόψη τον διαχειριστικό οίστρο που διαπερνά την ελληνική οικονομία μέσω των αξιολογήσεων, συμφωνιών κ.λπ, είναι πρακτικά αδύνατο να γίνει αυτή η ανατροπή.

  • Για ποιους περιορισμούς μιλάτε και πώς μπορούν να περιοριστούν αυτοί;

Αναφέρομαι στους  γραφειοκρατικούς περιορισμούς σε όλο το αναπτυξιακό εύρος που αποτελούν κώλυμα, το οποίο μπορεί να λυθεί με δύο τρόπους : Να γίνονται adhocεπιτροπές οι οποίες να λύνουν γρήγορα προβλήματα. Σ’ αυτή την κατεύθυνση λειτουργεί και η ομάδα του υπουργού Επικρατείας κ. Αλέκου Φλαμπουράρη, η οποία προσπαθεί να λύνει προβλήματα σχετικά με επενδύσεις που έχουν «κολλήσει» εδώ και πολλά χρόνια. Ο έναςτρόπος είναι αυτός. Ο δεύτεροςαφορά στην αλλαγή όλων εκείνων των νόμων που δημιουργούν προβλήματα στη διαδικασία αδειοδότησης επενδύσεων ή γενικά στην επιχειρηματικότητα. Εδώ, ως προς τη διαδικασία αδειοδότησης των επενδύσεων,έχουμε επεξεργαστεί μια πρόταση,που είναι αναρτημένη και στην ιστοσελίδα μου, και την οποία έχουμε κοινοποιήσει στους αρμόδιους υπουργούς. Στόχος αυτής της πρότασης είναι να συνδράμουμε στο έργοεπίλυσης όσο γίνεται πιο γρήγορα όλων αυτών των προβλημάτων που αποτελούν τροχοπέδη σε οποιαδήποτε επενδυτική προσπάθεια. Θα σας φέρω ένα παράδειγμα που σκιαγραφεί την τρομερή γραφειοκρατία. Επί 17 χρόνια δεν δίνονται άδειες σε μυδοκαλλιεργητές σ’ όλη την Ελλάδα και τούτο διότι υπάρχει ένα νομικό πλαίσιο τα οποίο από το 1999δεν λειτουργεί κατά τον προβλεπόμενο τρόπο. Εμείς σε συνεργασία με τους μυδοκαλλιεργητές, την  Αποκεντρωμένη Διοίκηση και  εξειδικευμένους επαγγελματίες έχουμε ετοιμάσει πρόταση η οποία εμπεριέχει πέντε τροπολογίες μέσω των οποίων οδηγούμεθα στην επίλυση αυτού του προβλήματος. Επιδιώκουμε να λύσουμε λοιπόν ένα αντιπροσωπευτικό πρόβλημα, προϊόν της γραφειοκρατίας, το οποίο έχει βραχυκυκλωθεί μέσα σε τέσσερις νόμους

 

  • Μιλήσατε για μια πρόταση σας σ’ ότι αφορά τη διαδικασία αδειοδότησης των επενδύσεων. Ποια είναι τα βασικά σημεία αυτής ;

Ο στόχος είναι η διαδικασία αδειοδότησης να ολοκληρώνεται σε 6 με 8 μήνες. Στο πλαίσιο του στόχου αυτού προτείνονται κάποια μέτρα, τα οποία είναι επαρκή. Προτείνονται επίσης κάποιες κινήσεις και λύσεις έτσι ώστε να μην κολλάει για πχ. μια επένδυση σ’ έναν δασάρχη. Αν φθάσει να κολλήσει εκεί θα πρέπει να υπάρχει ένα άλλο θεσμικό όργανο το οποίο να ασχοληθεί με την απεμπλοκή του θέματος. Τέτοιου είδους πρακτικές λύσεις προτείνονται για να φθάσουμε στον στόχο

 

  • Που αυτό σημαίνει ότι έτσι αντιμετωπίζεται και το μειονέκτημα, όπως το έχετε χαρακτηρίσει, του χρόνου

Ο χρόνος είναι μεγάλο μειονέκτημα και μείζον πρόβλημα, διότι ποιος επενδυτής μπορεί να περιμένει δέκα ή και περισσότερα χρόνια για μια επένδυση;Με τέτοιους ρυθμούς δεν μπορεί να προχωρήσει η χώρα. Εκείνο που χρειαζόμαστε είναι άλλες ταχύτητες, ίσως πρωτόγνωρες για τη χώρα. Εμείς θεωρούμε ότι μπορούμε να τις προσεγγίσουμε.

 

  • Δεδομένου ότι και ως υπουργός είχατε θέσει ως προτεραιότητα την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας, είστε ικανοποιημένος με τα βήματα που έχουν γίνει προς τη κατεύθυνση αυτή;

 

Δεν έχουν γίνει όλα όσα πρέπει να γίνουν. Ικανοποιημένος σε ποσοστό 100%  σαφώς και δεν είμαι γιατί το πρόβλημα δεν έχει επιλυθεί. Εχουν γίνει κάποιες πυροσβεστικές κινήσειςγια την αντιμετώπιση συγκεκριμένων προβλημάτων, αλλά εκείνο το οποίο πρέπει να κάνουμε τώρα, αφού τελειώσουμε με αυτή την διαχειριστική λαίλαπα της αξιολόγησης, είναι να δώσουμε όλο μας το βάρος σε θέματα ανάπτυξης. Μέχρι τώρα είχαμε ένα μέτωπο απέναντι, αυτό των θεσμών, και εμείς ήμασταν από την άλλη πλευρά. Τώρα αυτό το μέτωπο έχει εκλείψει και είμαστε πια σ’ ένα κύκλο μόνοι μας. Εκεί μέσα πρέπει να συνεννοηθούμε,ώστε να λύσουμε τα προβλήματα που έχουν σχέση με τη γραφειοκρατία, την διαφθορά και όλο το αντιαναπτυξιακό πλαίσιο που έχουμε στα χέρια μας ως κληρονομιά από το παρελθόν. Απέναντί μας λοιπόνδεν θα έχουμε τους θεσμούς, αλλά  τον εαυτό μας και κανέναν άλλον.

  • Οταν λέτε «εδώ μέσα να συνεννοηθούμε» ποιους εννοείτε;

Εννοώ τον κύκλο στον οποίο βρίσκονται η Κυβέρνηση, οι βουλευτές, οι πάντες.

 

  • Επανεκκίνηση της οικονομίας δεν μπορεί να γίνει χωρίς την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων. Εκτός από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης και την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας για την οποία μόλις μας μιλήσατε, ποια άλλα μέτρα μπορούν να ξεμπλοκάρουν, την προσέλκυση μεγάλων ξένων επενδύσεων στη χώρα;

Ας δούμε ποιοί είναι οι παράγοντες που δεν δημιουργούν φιλικό για επενδύσεις περιβάλλον, σύμφωνα με το GlobalCompetitiveIndexτου WorldEconomicForum. Πρώτα είναι η πολιτική αβεβαιότητα, μετά είναι οι φορολογικοί συντελεστές, στη τρίτη θέσηκατέχει η έλλειψη ρευστότητας , στην τέταρτη είναι η γραφειοκρατία καιστη πέμπτη οι φορολογικές ρυθμίσεις Αυτοί είναι οι κύριοι παράγοντες με αρνητικές επιπτώσεις στο επιχειρηματικό περιβάλλον. Από κει και πέρα υπάρχουν και κάποιοι άλλοι,οι οποίοι έχουν πολύ χαμηλότερη βαθμολογία ως προς τη σπουδαιότητά τους. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι οι εργασιακές σχέσεις τις οποίεςυπερπρόταξε το ΔΝΤ, βρίσκονται στην ένατη θέση. Αυτό σημαίνει ότι τα εργασιακά γενικά, αποτελούν στις ημέρες μας θέμα που δεν απασχολεί ιδιαίτερα την επιχειρηματική κοινότητα, κατέχοντας χαμηλή βαθμολογία ως προς την σπουδαιότητά τους. Για να είμαι πιο σαφής, σε μια κλίμακα βαθμολογίας που έχει ως πρώτο δύσκολο μέτρο την πολιτική αβεβαιότητα με 17,6, οι εργασικαές σχέσεις βαθμολογούνται με 3,5. Οπότε συμπερασματικά, τζάμπα έγινε η όλη συζήτηση κατά την πρόσφατη αξιολόγηση, για τις εργασιακές σχέσεις λαμβάνοντας υπόψη την προαναφερθείσα έκθεση. Δεν υπήρχε κάν λόγος να γίνει. Όπως είδαμε με βάση τα προαναφερθέντα, άλλοι είναι οι παράγοντες που συντελούν στην προσέλκυση επενδύσεων και σ’ αυτούς ο μόνος που έχει σχέση με τον προϋπολογισμό επί της ουσίας είναι οι φορολογικές ρυθμίσεις.Όλοιοι υπόλοιποιπαράγοντες έχουν σχέση με τον τρόπο λειτουργίας της κυβέρνησης ή τη ρευστότητα.Επιπλέον, πρέπει να βρούμε και άλλα κίνητρα ώστε να προσελκύσουμε επενδυτές. Για παράδειγμα θα σας αναφέρω το εξής: Εχουμε πολλές βιομηχανικές ζώνεςπου ανήκουν στη τράπεζα Πειραιώς, η οποία όπως γνωρίζετε, όπως άλλωστε όλες οι τράπεζες,είναι χρεωμένη στο κράτος.  Σ’ αυτές τις βιομηχανικές ζώνες υπάρχουν πολλά ακίνητα ελεύθερα πλέον, τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Σε άλλες χώρες αυτά τα ακίνητα παραχωρούνται σε επενδυτές για ένα ευρώ ή για ένα δολάριο. Θα μπορούσαμε να δούμε μια τέτοια πολιτικήκινήτρων και εδώ.

  • Φαντάζομαι όχι για ένα ευρώ

Όχι, φυσικά, αλλά θα μπορούσε να δοθεί το κίνητρο ενός καλού ενοικίου ή μιας παραχώρησης που θα μπορούσε να προσελκύσει κάποιον να δραστηριοποιηθεί εκεί. Αφού είναι άδειες αυτές οι εγκαταστάσεις και δύσκολα πωλούνται, μπορούν να αξιοποιηθούν με πιο δελεαστικό τρόπο, υπέρ κάθε μορφής παραγωγικών δραστηριοτήτων.

  • Κύριε Μάρδα, στο προηγούμενο φύλλο της NewTimes, σε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συνέντευξη του ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ κ. Νίκος Βέττας μεταξύ άλλωνεπεσήμανε ότι ίσως και να μην πηγαίνουμε στη σωστή κατεύθυνση, καθώς η προστιθέμενη αξία του δημόσιου τομέα στην οικονομία έχει πέσει άλλα έχει πέσει περισσότερο του ιδιωτικού. Πώς σχολιάζετε την επισήμανση αυτή;

 

Αν κρίνουμε από τις δαπάνες του δημόσιου τομέα ως ποσοστό του ΑΕΠ, που είναι ένα σημαντικό μέγεθος, αυτές έχουν μειωθεί. Μάλιστα ως δημόσιες δαπάνες γενικότερα δεν είμαστε στις πρώτες χώρες της ΕΕ είμαστε πιαγύρω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το κύριο πρόβλημα του κρατικού προϋπολογισμού δεν είναι πλέον οι δημόσιες δαπάνες. Το πρόβλημα της χώρας είναι η αδυναμία σύλληψης των εισοδημάτων που πρέπει να φορολογηθούν,πρόβλημα που όπως είπαμε,αρχίσαμε να το αντιμετωπίζουμε. Σαφώς χρειάζεται επιπλέον εξορθολογισμός δαπανών όχι όμως δραστική μείωσή τους.

 

  • Από τη θητεία σας στο υπουργείο Εξωτερικών ποιές ξένες αγορές θεωρείτε ότι είναι οι σημαντικότερες για τις ελληνικές εξαγωγές και την εξωστρεφή δραστηριότητα των ελληνικών επιχειρήσεων;

Όλες οι αγορές παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Δεν υπάρχει αγορά υποδεέστερη άλλης στην εποχή μας.Γι αυτό άλλωστε στο υπουργείο Εξωτερικών εφαρμόζαμε μια πολιτική προσέγγισης αγορών, στις οποίες  είτε δεν είχαμε πατήσει καθόλου το πόδι μας,  είτε το είχαμε πάει μια φορά πριν χρόνια και μετά μας ξεχάσαμε. Για παράδειγμα πέρυσιδώσαμε προσοχή στην Αφρική και τη Βόρεια Αφρική. Επίσης, βρεθήκαμε στον Καύκασο και στην Άπω Ανατολή. Οι αγορές της Δυτικής Ευρώπης είναι δεδομένες, έχουν τις δομές τους, έχουν τα καναλιά διανομής και τους τρόπους επικοινωνίας. Εκεί οι εταιρίες από μόνες τους βρίσκουν το δρόμο τους. Βέβαια όπου μας ζητείται, όπως έγινε με τη Σουηδία, συμβάλλουμε στην ανάπτυξη των εμπορικών μας σχέσεων.Έχουμε πολλές ευκαιρίες σε όλο τον πλανήτη κάτι που το διαπίστωσαν ήδη οι Ελληνεςεπιχειρηματίες. Υπάρχουν κάποιες αγορές, αρκετά δύσκολες, λόγω μεγάλης γραφειοκρατίαςκ.λπ, δεν παύουν όμως να παρουσιάζουν ενδιαφέρον προσφέροντας ευκαιρίες. Αυτός ήταν ένας από τους στόχους μας και γι’ αυτό υπεραυξήσαμε προς πολλές χώρες εκτός της ΕΕ τις επιχειρηματικές αποστολές,. Μέσα σε μια χρονιά είχαμε οργανώσει 16επιχειρηματικές αποστολές, ενώ παλαιότερα οργανωνόντουσαν μόλις δυο με τρείς το χρόνο. Τέλος,μέσω της ιστοσελίδας του ΥΠΕΞ,της ΑΓΟΡΑΣ, παρέχουμε στους εξαγωγείς πληθώρα πολύ χρήσιμων πληροφοριών, τις οποίες διαφορετικά θα έπρεπε να  πληρώσουνοι εξαγωγείς. Δηλαδή και ποσοτικά και ποιοτικά έχουμε κάνει σταθερά βήματα βελτίωσης του παραγόμενου έργου στο υπουργείο εξωτερικών.

 

  • Εχουμε πλεονεκτήματα έναντι άλλων ανταγωνιστών σ’ αυτές τις χώρες;

Φυσικά και έχουμε πλεονεκτήματα. Κατ’ αρχάς έχουμε ένα πολύ βασικό πλεονέκτημα ως χώρα και ως Ελληνες. Ποιο είναι αυτό; Ως χώρα  επιζητούμε την οικονομική συνεργασία και μόνο. Δεν επιδιώκουμε την πολιτική μας διείσδυση μέσω της οικονομικής συνεργασίας, κάτι που κάνουν άλλες χώρες.Επομένως το ότι εμείς δεν έχουμε τέτοιες βλέψεις είναι σημαντικό πλεονέκτημα, που συνδυάζεται με την όλη κουλτούρακ αι  νοοτροπία του Ελληνα που είναι φιλικός, εγκάρδιος και εύκολα συνεννοείται στις συναλλαγές του. Ετσι μας βλέπουν,πολύ θετικά και επιζητούν τη συνεργασία μαζί μας σε πολλές απ’ αυτές τις αγορές, κάποιες από τις οποίες είναι τεράστιες, όπως για παράδειγμα  στον Καύκασο όπου είμαστε ιδιαίτερα αγαπητοί, όπως και αλλού.

 

  • Και μια τελευταία ερώτηση. Θα βγούμε στις αγορές το 2018;

Βγαίνεις στις αγορές οποιαδήποτε στιγμή θελήσεις. Το θέμα είναι με τι όρους βγαίνεις. Πρέπει να εξασφαλίσουμε το χαμηλότερο δυνατό επιτόκιο δανεισμού. Αυτό είναι το ζητούμενο. Και αυτό θα το εξασφαλίσουμε μπαίνοντας σε μια διαδικασία ρύθμισης του χρέους εφαρμόζοντας επιπλέον μια δυναμική πολιτική ως προς το  αναπτυξιακό σκέλος. Εκεί παίζονται όλα. Στις προσδοκίες δηλαδή που θα δημιουργήσει η ελληνική κυβέρνηση σ’ ότι αφορά την αναπτυξιακή πορεία της χώρας από δω και πέρα. Η επόμενη μέρα είναι αυτό και τίποτα άλλο!.